Σχολικό έτος 2019-20
Τα α1 και α2 … κατατροπώνουν τον κορωνοϊό!
Γιατί και πώς; Δείτε παρακάτω
Όλα ξεκίνησαν από το μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Στο αντίστοιχο σχολικό εγχειρίδιο εμπεριέχεται ως κείμενο προς επιλογή για διδασκαλία το παραμύθι «Το πιο γλυκό ψωμί». Στη διάρκεια της διδασκαλίας του στην τάξη συζητήθηκαν αδρομερώς και θέματα όπως: στόχοι των παραμυθιών, δομή, εκφραστικοί τρόποι τους.
Όταν τα σχολεία έκλεισαν λόγω covid-19, οι μαθητές/τριες κλήθηκαν ν΄απαντήσουν σε επαναληπτικές ασκήσεις/εργασίες στις ηλεκτρονικές τάξεις. Μια τέτοια άσκηση, δημιουργικής γραφής, τους ανατέθηκε για το διδαγμένο παραμύθι. Εκτός της εξάσκησης στο μάθημα είχε στόχο να ωθήσει τα παιδιά να εκφραστούν ελεύθερα για το γεγονός που βίωναν, ως μια μορφή «παραμυθίας».
Δεν κατέθεσαν όλοι οι μαθητές/τριες εργασίες και κάποιοι/ες δεν τις κατέθεσαν έγκαιρα. Σε όσες υποβλήθηκαν έγιναν επισημάνσεις για διόρθωση λαθών (αναμενόμενων για την ηλικία των «συγγραφέων»), π.χ. για σύνδεση προτάσεων, για χρονική και λογική αλληλουχία, για προσαρμογή στον τρόπο έκφρασης των λαϊκών παραμυθιών. Στα παραμύθια που δημοσιεύονται οι μαθητές/τριες (εκτός ενός) έλαβαν υπόψη τις επισημάνσεις και διόρθωσαν μόνοι τους το γραπτό τους,
Τα παραμύθια που ακολουθούν δεν παρατίθενται με αξιολογική σειρά αλλά αλφαβητικά, ανάλογα με το επίθετο του/της δημιουργού τους. Το κάθε ένα είναι αξιόλογο και εκφράζει διαφορετική σκοπιά, όλα όμως «κατατροπώνουν» τον covid-19 προς «παραμυθίαν» όλων μας και γι’ αυτό δημοσιεύονται συνοδευόμενα από τα συγχαρητήρια της Διευθύντριας και του Συλλόγου για τους δημιουργούς τους και την ευχή όλα τα παιδιά να υπερνικούν τα εμπόδια και να πετυχαίνουν τους στόχους τους.
Η διδάσκουσα
Παναγιώτα Παντολέων
Τα δικά σας παραμύθια για τον κορωνοϊό
Βορινιώτης Κων/νος
Κάποτε ήταν ένας βασιλιάς-μικρόβιο ο οποίος είχε έναν μοναδικό στόχο, να κατακτήσει όλον τον κόσμο. Το όνομά του ήταν Κορώνα-ιός και είχε ως μοναδικό του όπλο το ότι μπορούσε να ρίξει μια θανατηφόρα αρρώστια που λεγόταν »coronavirus» μόνο σε ένα σώμα, η οποία μπορούσε να μεταδοθεί. Το μόνο του πρόβλημα που τον χώριζε από τον στόχο του ήταν οι άνθρωποι.
Έτσι μια μέρα, κατέστρωσε ένα σχέδιο για να πετύχει τον στόχο του. Να μπορέσει να ρίξει αυτή την αρρώστια σε έναν άνθρωπο, ο οποίος να έρχεται καθημερινά σε επαφή με πολλούς ανθρώπους. Στην αρχή του πέρασε από το μυαλό να την ρίξει σε έναν βασιλιά, όμως σκέφτηκε ότι με την πρόοδο της τεχνολογίας και τους καλύτερους γιατρούς που θα έχει, θα μπορέσει να την εξοντώσει.
Μια δεύτερη σκέψη ήταν να την ρίξει σε ένα παιδί ώστε να κολλήσει όλους τους συμμαθητές του, όμως σκέφτηκε ότι επειδή τα παιδιά έχουν ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα, θα μπορέσει να την εξοντώσει.
Τότε του ήρθε μια καταπληκτική ιδέα, να ρίξει την αρρώστια στο διαδίκτυο, αφού όλοι οι άνθρωποι σχεδόν έχουν επαφή με αυτό. Έτσι την επόμενη μέρα πήρε όλα τα απαραίτητα για αυτόν εφόδια και άρχισε το ταξίδι του για την Αμερική, όπου εκεί είναι η βασική πηγή internet παγκοσμίως.
Ταξίδεψε με διάφορα μέσα με αεροπλάνα, τρένα, λεωφορεία και πλοία. Παντού έβλεπε το ίδιο σκηνικό, όλους τους ανθρώπους να είναι πάνω από μια οθόνη. Τότε ένιωθε πιο σίγουρος για το σχέδιό του. Μετά από επτά μέρες ταξίδι, έφτασε εκεί που ήθελε. Έπειτα πέρασε μέσα από αγωγούς και σωλήνες ώσπου έφτασε τελικά στο δωμάτιο που παραγόταν το internet.Χωρίς να περιμένει λεπτό έριξε την θανατηφόρα αρρώστια στο διαδίκτυο κι έγινε το κακό. Μέσα σε τρεις μέρες το ογδόντα τις εκατό των ανθρώπων είχε νοσήσει. Πέθαιναν εκατοντάδες άνθρωποι καθημερινά. Βλέποντας το αυτό ο Κορώνα-ιός χαιρόταν και έκανε υπομονή μέχρι να πεθάνουν όλοι οι άνθρωποι.
Όμως δεν ήξερε ότι ένας επιστήμονας ονόματι Κωνσταντίνος Βορινιώτης είχε ασχοληθεί χρόνια με αυτή την αρρώστια και είχε βρει το αντίδοτο. Δεν ήταν φάρμακο ούτε κάποια θεραπεία, ήταν η απόσταση Έτσι την επόμενη μέρα βγήκε στις ειδήσεις και το ανακοίνωσε.
Η ενημέρωση είχε αποτελέσματα. Όλοι οι άνθρωποι έκατσαν σπίτια τους κι έγιναν καλά. Με αυτόν τον τρόπο, η πανδημία σταμάτησε και ο Κορώνα-ιός ήταν παρελθόν.
Δεληγιάννη Αλεξάνδρα
Μια φορά και έναν καιρό στην ιούπολη, στην χώρα των ιώσεων, από νωρίς επικρατούσε φασαρία στο μέγα συμβούλιο των ασθενειών. Η γρίπη είχε πάρει τον λόγο και μιλούσε για την λήξη της εποχής που εμφανίζεται.
<Χα, χα, χα>, ακούστηκε στο βάθος ένας ιός. <Σε είχα για πιο δυνατή. Τι είναι αυτά; Άντε, αρρωστήσαμε κάμποσα παιδάκια κι αυτό ήταν; Εγώ άλλα ονειρεύομαι για την καριέρα μου…>
<Δηλαδή;> ρώτησε το συνάχι.
<Να γίνω παντοδύναμος, να αρρωστήσω τους πάντες, να μιλάνε για μένα στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο, να γίνω σούπερ σταρ!! Να γίνω ο βασιλιάς των ιώσεων. Ιός με κορώνα!! Κορωνοϊός!! Αυτό θα είναι το όνομά μου. Θα δείτε εσείς πόσα παιδιά θα αρρωστήσω…> είπε και κοίταξε γύρω του όλες τις ιώσεις με υπεροψία.
<Μα δεν μπορείς να το κάνεις αυτό! Οι ιώσεις υπάρχουν για να δυναμώνουν τα κορμάκια των παιδιών μεγαλώνοντας. Το λένε ανοσοποιητικό σύστημα, το ξεχνάς;> είπε η γρίπη.
<Ναι, εμείς δεν εμφανιζόμαστε για να τους αρρωστήσουμε όλους, ούτε μας νοιάζει να είμαστε ξακουστές>, είπαν όλες οι ιώσεις με ένα στόμα!! <Ποτέ δεν θα καταφέρεις να δείξεις τέτοιο πρόσωπο στα παιδιά. Δεν θα σε αφήσουν…>
<Ααααα, ναι; Εγώ θα αποδειχτώ πιο έξυπνος. Λοιπόν, το αποφάσισα!! Κάθε τρίγωνο στην κορώνα μου θα είναι και ένα μου κόλπο για να αρρωστήσω .Και μαζί με αυτά, όλο τον κόσμο, χα, χα, χα!!>>
<<Δηλαδή;>> ρώτησε ο βήχας.
<<Πρώτο τρίγωνο, το στόμα! Έχετε δει ποτέ παιδί να μην βάζει τα χέρια του στο στόμα; Κι αν μάλιστα δεν είναι καθαρά…,πάρτι θα κάνω!! Δεύτερο τρίγωνο, η μύτη. Πόσες φορές σκαλίζουν τη μύτη τους χωρίς χαρτομάντιλο; Εύκολα μπορώ να κρυφτώ στα δαχτυλάκια τους! Και τρίτο τρίγωνο της κορώνας μου και το πιο πονηρό…Κάθε φόρα που θα τρίβουν τα μάτια τους με άπλυτα χέρια, τζουπππ! Απλώωωωωωωνω το Βασίλειο μου! Όσο έχω αυτή την κορώνα, θα είμαι ανίκητος. Πόσο έξυπνος είμαι, απορώ!!!>
Οι ιώσεις έμειναν σιωπηλές και απορημένες κοιτούν τον Κορωνοϊό καθώς εξαπλώνονταν…
Πέρασαν οι μέρες και, όπως είπε, έτσι κι έγινε. Τηλεοράσεις, ραδιόφωνα μιλούσαν για τον νέο βασιλιά των ιώσεων, τον Κορωνοϊό.
Μέχρι που ,κάποια στιγμή, η δασκάλα στο σχολείο μίλησε στα παιδιά για την μεγάλη σημασία που έχει η καθαριότητα των χεριών.
Και κάθε μαμά σπίτι έλεγε ένα νέο ποιηματάκι…:<πρώτα σαπουνάκι, μακριά από το προσωπάκι !!>
Και τα παιδιά άκουσαν. Και όποτε έπλεναν τα χέρια τους, έλιωνε το πρώτο τριγωνάκι…
Και κάθε φορά που ζητούσαν χαρτομάντιλο, μαράζωνε και το δεύτερο…
Ώσπου ο Κορωνοϊός έμεινε χωρίς κορώνα…
<Βοήθεια, βοήθεια, πάει η δύναμή μου. Ιώσεις είστε και εσείς, δώστε μου ένα χεράκι!!!> φώναζε διατάζοντας ο Κορωνοϊός στο μέγα συμβούλιο των ασθενειών.
“Ήταν όμως αργά. Όλες οι ιώσεις του γύρισαν την πλάτη. Βλέπετε, καμία δεν μπορούσε να του συγχωρήσει τη μανία του, την έπαρση, τον
εγωισμό του.
Και έτσι, ζήσαμε εμείς καλά και ο Κορωνοϊός χειρότερα…!!!__
Στέφανος Εξαδάκτυλος
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα παιδί που είχε μεγάλη αδυναμία στη γιαγιά του. Ήθελε κάθε μέρα να πηγαίνει να το παίρνει από το σχολείο και να πηγαίνει στο σπίτι της να τρώει και να μελετά τα μαθήματά του, ώσπου να γυρίσουν οι γονείς από τη δουλειά και να το πάρουν στο σπίτι του. Έτσι λοιπόν κάθε μέρα περίμενε με ανυπομονησία να έλθει η γιαγιά του να το πάρει.
Μέχρι που ήρθε εκείνη η καταραμένη πανδημία. Με εντολή της κυβέρνησης κλείστηκαν όλοι στα σπίτια. Έκλεισαν και τα σχολεία, αλλά το χειρότερο για το παιδί ήταν ότι δεν μπορούσε πια να πάει στη γιαγιά του, γιατί οι ηλικιωμένοι κινδύνευαν περισσότερο από τον κορωνοϊό. Έτσι λεγόταν το μικρόβιο που μεταδίδονταν αστραπιαία προκαλώντας σοβαρή βλάβη στους πνεύμονες. Οι γιατροί έλεγαν πως τα παιδιά μπορεί να κολλήσουν χωρίς να εμφανίσουν συμπτώματα και έτσι, χωρίς να το ξέρουν, να το μεταδώσουν. Φοβόταν μην αρρωστήσει η γιαγιά του και τη χάσει, γιατί άκουγε στις ειδήσεις ότι οι περισσότεροι που πέθαιναν από αυτήν τη φοβερή αρρώστια ήταν άνθρωποι μεγάλης ηλικίας.
- Γιαγιά μένουμε στο σπίτι και προσέχουμε , μην κολλήσεις. Δε θα αντέξω αν πάθεις κάτι, της έλεγε στο τηλέφωνο.
- Μην ανησυχείς, του απαντούσε εκείνη γελώντας, δεν παθαίνω τίποτα εγώ…
- Πόσο σε πεθύμησα γιαγιά! Πότε θα τελειώσουν όλα αυτά να μπορέσω να ξανάρθω στο σπίτι σου;
- Κάνε υπομονή, όλα θα ξαναγίνουν όπως πρώτα, σιγά σιγά..
- Είναι αλήθεια γιαγιά ότι το σαπούνι σκοτώνει το μικρόβιο, άρα πρέπει να πλένουμε τα χέρια μας τακτικά και πολύ σχολαστικά;
- Ναι, η αρρώστια αυτή είναι μια γρίπη. Και η γρίπη δεν μεταδίδεται όταν έχουμε καθαρά χέρια και δεν πιάνουμε το πρόσωπο μας .Πρέπει να κρατάμε
αποστάσεις στις επαφές μας και να φοράμε μάσκα όπου χρειάζεται.
Κι ο καιρός περνούσε και το παιδί περίμενε με αγωνία να περάσουν οι ημέρες της καραντίνας, ώστε να ανοίξουν τα σχολεία ,να ξαναδεί τους συμμαθητές του , τους καθηγητές του και την αγαπημένη του γιαγιά που θα έρχεται κάθε μέρα να το παίρνει από το σχολείο και να πηγαίνει σπίτι της .
Το τέλος της σχολικής χρονιάς θα έφερνε το καλοκαίρι που τόσο λαχταρούσε να το ζήσει προσεκτικά με τους αγαπημένους του γιατί ο κορωνοϊός δεν έχει φύγει από την ζωή μας.
Βάσια Εξαδακτύλου
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα παιδί που δεν ήθελε καθόλου να πηγαίνει σχολείο. Κάθε πρωί που τον ξυπνούσε η μητέρα του ένιωθε δυστυχισμένος και παρακαλούσε κάτι να συμβεί και να κλείσουν τα σχολεία. Πίστευε πως έτσι θα ένιωθε πιο ελεύθερος, πιο χαρούμενος.
Ώσπου ήρθε μια φοβερή επιδημία, ο κορωνοϊός. Ένα μικρόβιο που προκαλεί βαριάς μορφής πνευμονία και φέρνει ακόμα και τον θάνατο. Το παιδί άκουγε στις ειδήσεις για την εξάπλωση της πανδημίας και παρακαλούσε να κλείσουν τα σχολεία. Και μια μέρα αυτό έγινε! Στην αρχή χάρηκε πάρα πολύ! Επιτέλους, η επιθυμία του είχε πραγματοποιηθεί! Θα μπορούσε να παίζει όση ώρα ήθελε, να βλέπει τηλεόραση όση ώρα ήθελε, να κοιμάται το βράδυ ό,τι ώρα ήθελε!
Την πρώτη εβδομάδα ένιωθε ευτυχισμένος. Ήταν ελεύθερος να κάνει όλα όσα του άρεσαν. Καμιά καταπίεση από κανέναν.
Τη δεύτερη βδομάδα άρχισαν να του λείπουν οι φίλοι του (γιατί η κυβέρνηση είχε επιβάλλει αυστηρά μέτρα κι απαγόρευε τις άσκοπες μετακινήσεις και τον συνωστισμό).
Την τρίτη βδομάδα νοσταλγούσε τα ξένοιαστα παιχνίδια και τα αστεία στα διαλείμματα! Άσε που άρχισε να πλήττει, όλη μέρα μέσα, να κάνει τα ίδια και τα ίδια. Του έλειπε η τάξη, τα καινούρια πράγματα που μάθαινε. Τον κούρασαν οι επαναλήψεις που έστελναν οι καθηγητές, ήταν πράγματα που τα ήξερε και τα βαριόταν.
Έτσι σιγά σιγά κατάλαβε αυτό που δεν είχε αντιληφθεί τόσα χρόνια: πως η φυσιολογική κατάσταση για ένα παιδί είναι το να πηγαίνει σχολείο!
Καμπούρη Άννα
Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα μακρινό βασίλειο ζούσε μια μικρή σκανταλιάρα πριγκίπισσα .Ήταν πάντα χαμογελαστή και της άρεσε να τρέχει μέσα στο δάσος όλη μέρα με τους φίλους της. Μια μέρα ενώ τριγυρνούσε μέσα στο δάσος είδε κάτι πολύ περίεργο. Δεν έμοιαζε με άνθρωπο αλλά με μπάλα είχε τεράστια μάτια και μια κατακόκκινη γλώσσα.
«Ωωωωω …» φώναξε η πριγκιποπούλα, «παιδιά, ελάτε, νομίζω ότι βρήκα έναν δράκο.»
Μόλις την άκουσαν τ’ άλλα παιδιά τρόμαξαν κι άρχισαν να τρέχουν προς τα σπίτια τους ουρλιάζοντας. Εκείνη όμως έμεινε ακίνητη καθώς αυτή η μπάλα ερχόταν προς το μέρος της
«Πώς σε λένε;» τον ρώτησε.
Το περίεργο πλάσμα δεν της απάντησε μόνο με την γλώσσα του κάτι έγραψε και η πριγκίπισσα προσπάθησε να το διαβάσει.
«Μα τι γράφεις; Κο-ρω-να-ιός; Τι περίεργο όνομα πολύ περίεργο!»
Άγγιξε με το χεράκι της τα γράμματα και τότε έγινε κάτι μαγικό. Εκείνα σαν να ήταν ζωντανά κόλλησαν στο χέρι της. Σήκωσε τα μάτια για να μιλήσει στον δράκο και εκείνος είχε εξαφανιστεί.
Η πριγκίπισσα έτρεξε στο βασίλειο για να πει σε όλους τι μαγικό της είχε συμβεί. Όποιον συναντούσε του έδειχνε τα γράμματα και όλοι τα ακουμπούσαν με περιέργεια καθώς δεν είχαν ξαναδεί ποτέ τους ένα τέτοιο θέαμα. Όταν όμως εμφανίστηκε στο παλάτι οι γονείς της ήταν τόσο θυμωμένοι που δεν τους άκουσε για μια ακόμη φορά και δεν έδωσαν καμιά σημασία στο μαγικό χέρι της.
Την επόμενη μέρα η μικρή είχε πυρετό ,έβηχε συνέχεια και η μητέρα της το ίδιο. Γρήγορα μαθεύτηκε ότι όχι μόνο η πριγκίπισσα αλλά και όλα τα παιδιά του βασιλείου είχαν αρρωστήσει .Και σαν να μην έφτανε αυτό και οι γιαγιάδες και οι παππούδες και πολλοί γονείς. Ο βασιλιάς διέταξε κανείς να μην βγει από το σπίτι μέχρι να βρεθεί το γιατρικό.
Η καλή νονά όμως της πριγκίπισσας που είχε μαγικές ικανότητες έφτιαξε ένα μαγικό φίλτρο και πήγε στο μαγικό δάσος να αντιμετωπίσει εκείνο το πλάσμα που είχε αρρωστήσει όλους τους κατοίκους. Μπήκε μέσα στο δάσος και άρχισε να φωνάζει τ όνομα του.
«Σου έφερα ένα δώρο από τα παιδιά του βασιλείου.» Το πλάσμα εμφανίστηκε και τότε άνοιξε το μπουκάλι και από μέσα βγήκαν πολλά χρώματα και ένα περίεργο άρωμα. Η κόκκινη γλώσσα του περίεργου πλάσματος μόλις την άγγιξαν τα χρώματα άρχισε να μικραίνει μέχρι που εξαφανίστηκε μαζί και όλα τα συμπτώματα που είχαν οι άνθρωποι του βασιλείου. Η μικρή πριγκίπισσα ήταν πάλι καλά και χαρούμενη και έτοιμη για νέες περιπέτειες μαζί με τους φίλους της……τώρα πια όμως θα ήταν πιο προσεκτική.
<<Κορονομανία του Πρίγκιπα>>
Καρανίκη Βασιλική
Ήταν κάποτε πολύ μακριά ένα βασίλειο. Εκεί ζούσε ένα πλούσιο ζευγάρι με τον γιό τους. Τον αγαπούσαν τόσο πολύ, γι” αυτό του έδιναν ότι ήθελε. Κάποια στιγμή διέταξαν τους υπηρέτες να βρουν τους καλύτερους χρυσοχόους και να τους πάνε στο παλάτι. Ο βασιλιάς τους διέταξε να φτιάξουν μία χρυσή, αστραφτερή, με πολλά διαμάντια κορώνα. Όταν η κορώνα ήταν έτοιμη την πήγαν στο βασιλόπουλο. Εκείνος την φορούσε μέρα-νύχτα και για τον λόγο αυτό τα παιδιά των χρυσοχόων τον φώναζαν Κορονοϋιο όταν το έμαθαν.
Ώσπου ήρθε μία μέρα που ενώ κοιταζόταν στον καθρέφτη και χάζευε τον εαυτό του για ώρες του μπήκε η ιδέα πως έπρεπε να κυβερνήσει σε όλον τον κόσμο αφού είχε μία τέτοια κορώνα. Φυσικά επειδή ήταν πολύ μικρός ακόμα δεν ήξερε πως θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τον πατέρα του. Άρχισε λοιπόν να καταστρώνει τα σχέδια του.
Ταξίδεψε σε πολλές χώρες, όσους ανθρώπους νέους, γέρους, γυναίκες ή άντρες συναντούσε στους δρόμους, τους άρπαζε ,τους πήγαινε σε σκοτεινά υπόγεια και τους έβαζε να κάνουν σκληρές δουλειές. Αυτό το έκανε για να φτιάξει τον στρατό του και να πάρει γρηγορότερα την εξουσία που τόσο ήθελε. Το Βασιλόπουλο είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος όλου του κόσμου . Μέχρι και το παρατσούκλι του άλλαξε ,τον φώναζαν πια κορωνοϊό γιατί ήταν σαν ασθένεια που σκότωνε ανθρώπους.
Οι άνθρωποι ξεσηκώθηκαν ,οι κυβερνήσεις διέταξαν τους αστυνόμους ,τους γιατρούς και τους νοσηλευτές να βγουν στους δρόμους και να προστατεύσουν τους πολίτες από τον κορωνοϊό. Όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο όλοι αποφάσισαν να μείνουν μέσα στο σπίτι τους <<σε καραντίνα>> ώστε να μην βρίσκει ο κορωνοϊός κανέναν για να αρπάξει.
Τελικά το σύνθημα όλων ήταν << μένουμε σπίτι , μένουμε ασφαλείς>>, έτσι κατάφεραν να σωθούν αφού ο κορωνοϊός μετά από τεράστιες προσπάθειες να βρει ανθρώπους να πάρει δεν τα κατάφερε. Γύρισε πίσω στο σπίτι του απογοητευμένος όμως προειδοποίησε ότι θα ξαναγυρίσει……
Στέλιος Ρουμελιώτης
Ένας κορωνοϊός που πετάει κορώνες
Μια φορά κι έναν καιρό (έτσι δεν ξεκινούν τα παραμύθια;) κάπου πολύ μακριά , στην Ασία μάλλον , γεννήθηκε ένας μικρός γιος. Ήταν σαν όλους τους άλλους μόνο που ήταν πιο ζόρικος, πιο δύστροπος και πιο επίμονος. Του άρεσαν τα ταξίδια και γι’ αυτό αποφάσισε να γυρίσει τον κόσμο όλο παρόλο που όπου και αν πήγαινε οι άνθρωποι του έκλειναν τις πόρτες γιατί όπου έμπαινε έφερνε την αρρώστια και τον θάνατο. Τι έκανε όμως αυτός ο ιός; Χα! Πέταγε τις κορώνες του στους λαιμούς των ανθρώπων και τότε αυτοί δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν. Είχαν πυρετό, βήχα και έπρεπε να φορούν γάντια και μάσκα. Η ζωή των ανθρώπων δυσκόλεψε πολύ.
Έτσι για να αντισταθούν στις κορώνες του κορωνοϊού αποφάσισαν να του κρυφτούν για να τον ξεγελάσουν. Για να τον αποφύγουν έκλεισαν τα σχολεία, τα μαγαζιά ,απαγορεύτηκε η κυκλοφορία και όλοι κλείστηκαν μέσα στα σπίτια τους για να προστατεύσουν τους εαυτούς τους και όλους εκείνους που αγαπούν και που είναι ευάλωτοι ( παππούδες, γιαγιάδες, ευπαθείς ομάδες). Αυτοί που γνωρίζουν καλά τον χαρακτήρα του λένε πως αν δεν δει κανέναν έξω θα βαρεθεί και θα φύγει. Αυτός όμως δεν ξεγελάστηκε από τα κόλπα των ανθρώπων. Το μόνο που τον σταμάτησε για λίγο ήταν ο λαμπερός ήλιος της Ελλάδας και το καυτό καλοκαίρι. Αφού κάηκε υποσχέθηκε πως θα επιστρέψει από Οκτώβρη να αναστατώσει πάλι τις ζωές των ανθρώπων και τότε αλoίμονό τους! Είναι δύσκολο όμως χωρίς φίλους , βόλτες, σχολείο, δραστηριότητες…αλλά όλοι εύχονται να είναι για λίγο. Πρέπει να καταλάβει πως είναι ανεπιθύμητος!!! Ας κάνουν λοιπόν όλοι τους υπομονή και ας ονειρευτούν τις καλύτερες μέρες που θα έρθουν. Αν δεν εμφανιστεί ξανά από φθινόπωρο … Τότε θα μπορέσουμε να γράψουμε και το <<έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα>>!